Bambalhão - ορισμός. Τι είναι το Bambalhão
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Bambalhão - ορισμός


bambalhão      
adj.s.m. ( -sXX )
1 que ou o que é muito frouxo, muito bambo
2 fig. pej. que ou o que não tem energia; mole; indolente, preguiçoso
3 p.ext. pej. que ou o que anda malvestido, desarrumado, desleixado
um sujeito b. ele se casou com uma b.
±
à bambalhona pej. sem apuro, sem cuidado; desajeitadamente, negligentemente; à bandalhona
obrar à b. vestir-se à b.
-gram fem.: bambalhona
-etim bambo + -alhão ; ver bamb- -sin/var ver sinonímia de malandro -ant ver antonímia de malandro
Bambalhão      
adj.
Muito bambo.
Fig.
Indolente, mollangueirão.
(Lat. bambalio)
Bambalhona      
f. Pop.
Mulher desajeitada e mal vestida.
Loc. adv.
A bambalhona, negligentemente, sem cuidado: andar vestido à bambalhona.
(De bambalhão)